26.8.10

Γαϊδάρου Εγκώμιον

Τό "αλίευσα" από αλλού και τό θεώρησα κατάλληλο να αναδημοσιευτεί κι εδώ.
Για ιστορία ζώου φαίνεται εκ πρώτης όψεως η παρακάτω ιστορία...όχι ανθρώπων, όπως λέει ο τίτλος του μπλογκ μου.
Κι όμως...
Προσέξτε ιδιαίτερα το υστερόγραφο.


Γαϊδάρου Εγκώμιον
Ήμουνα 28 χρονών όταν έμαθα ότι ψόφησε ο «Αναγνώστης», ο γάϊδαρός μας, από ομαδικά τσιμπήματα μελισσών. 
Μελαγχόλησα για κάποιο διάστημα κι ας είχα καιρό να τόν δώ. Ήταν περίπου ο γάϊδαρος του Βάρναλη: Πρίν χρόνια, και επί χρόνια, κουβαλούσε, με την καθοδήγησή μου, ...άπειρες ποσότητες υλικών για το σπίτι και τα άλλα (στέρνα, μαντρότοιχους κλπ.) που έχτιζε ο πατέρας μου. Δεν έφταναν τότε αυτοκίνητα μέσα στο χωριό, ξεφόρτωναν στην άκρη του.
Και στο μύλο κάθε τόσο πήγαινε φορτωμένος καμμιά εκατοστή κιλά. 4 ώρες δρόμο το "πήγαινε", 5 ώρες η επιστροφή, ανηφόρα.
Και ξύλα κουβαλούσε για τη φωτιά, ούτε "γκαζιέρα" δεν είχαμε...
Και βέβαια νερό από τη βρύση του χωριού. Μιά τουλάχιστον φορά την ημέρα, δυό βαρέλες, 30 οκάδες κάθε μιά, κάπου 75 κιλά οι δυό + το σαμάρι...
Και το γάλα από τη στρούγγα, δίς της ημέρας.
 Πλήρης απασχόληση...
Έ! ρε «Αναγνώστη»...
«Έ! ρε θύμα, Έ! ρε ψώνιο, Έ! ρε σύμβολο αιώνιο...»


Ο «Αναγνώστης» ήταν ο μόνος φίλος μου, ως ζώο, γιατί τα σκυλιά μας ήταν τσομπανόσκυλα, όχι του οντά..., κι οι γάτες δεν τήν άραζαν στα "μπάσια" αλλά κυνηγούσαν ποντίκια έξω. Δεν πλησιάζονταν, ούτε τα μέν ούτε οι δέ.

Μαζί με τον «Αναγνώστη» κάναμε τις δουλειές τα καλοκαίρια, κάποιες φορές απ' το πρω'ί' κι ώς αργά το βράδυ, εγώ τόν φόρτωνα πέτρες, άμμο, ξύλα, ασβέστη, ήταν μικρόσωμος, "συμβατός" με τότε ύψος μου (τα τσιμέντα, που ήταν βαριά και γι' αυτόν και για μένα, τα κουβαλούσαμε με μουλάρια, που τα "χειρίζονταν" τα μεγαλύτερα αδέρφια μου), εγώ γέμιζα τις βαρέλες του. Τους βαριούς τενεκέδες με το γάλα τούς φόρτωνε ο τσοπάνος μας, ο Κωσταντούλας.

Περπατούσαμε μαζί, αυτός εμπρός εγώ πίσω του, τούς θυμόταν τους δρόμους, ήξερε πάντοτε πού πήγαινε, αλλά κάποτε, σε δύσκολες ανηφορικές στράτες, έμπαινα μπροστά και τού κρατούσα το "καπίστρι", βοηθιόταν. Φυσικά και τόν τάϊζα και τόν πότιζα στις ώρες του! Και δεν τόν καβαλούσα, παρά μόνον αν ήταν ξεκούραστος και δεν είχε "δρομολόγια" να κάνει. Ήμουν δεν ήμουν 30 οκάδες τότε. Μιά τσιληβήθρα. Ούτε που ένοιωθε φορτίο με εμένα καβάλλα, εμπρός στα άλλα που κουβαλούσε καθημερινά.

Στις διαδρομές μας πάντα είχα ένα "σσσκόπ", ένα ραβδί, για να μέ βοηθάει στο περπάτημα σε δύσκολες στράτες και για να φοβερίζω κάνα ξένο άγριο σκυλί, που παντυχαίναμε. Δεν τόν χτύπησα ποτέ για να τόν "συνετίσω". Συνεννοούμαστε άψογα με άλλους τρόπους.
Ακόμα και ...πολιτικά, μην γελάσετε!
Τύχῃ αγαθῄ -ή και βασκάνῳ...- (βρίσκεις ...υπογεγραμμένες, ακόμα και στα κομπιούτερ άμα ψάξεις...) είχα "πρόωρη ανάπτυξη" στα πολιτικά... Από τότε. 'Ισως λόγω πατρός αρχιαντάρτη/στη συνέχεια βουλευτή... Καταφύγιό μου τότε -και σ' αυτά, ούτε τώρα μην γελάσετε!- ο «Αναγνώστης». Τού ανέπτυσσα τις ιδέες μου και πάντα ...συμφωνούσε. Κανείς άλλος δεν θα μέ έπαιρνε στα σοβαρά εκείνη την εποχή...
Τώρα κάποιοι/-ες μέ καταλαβαίνουν, χωρίς να είναι γάϊδαροι/γαϊδάρες...

Τις Κυριακές γλεντούσε, ξεσαμάρωτος, που τού' ξυνα την πλάτη με το ξυστρί, τού 'βγαζα από τα τεράστια αυτιά του τα τσιμπούρια, τού 'πλενα τα "αχαμνά" του. Άσε το πετάλωμα... Μετά από δυό-τρείς φορές, που τό 'μαθα πώς γίνεται, κατάφερνα μόνος μου να τόν πεταλώνω, τόσο υπομονετικός ήταν.

Και ως αρσενικό, άψογος ο «Αναγνώστης»: Είχε ...γεμίσει το χωριό απογόνους. Δραστήριος και παραγωγικός (μέχρι τέλους, μού είπανε). Εγώ τόν πήγαινα και στα "ραντεβού" του τότε... Τά κατάφερνε πάντα πολύ καλά, ακόμα και με τις ...κόρες του.
Άσε με τις φοράδες... Που, φύσει, ήταν αρκετά ψηλότερές του... Ήταν φοβερός!!! Τις έπειθε να λυγίσουν τα πίσω πόδια. Είχε βγάλει τέσσερα μουλάρια στο χωριό, πρώτο πράμμα. Είχαν να λένε οι συγχωριανοί! Τόση ήταν η φήμη του, που ένας κουμπάρος μας, από χωριό έξη ώρες μακρυά, είχε φέρει τη φοράδα του για να τού "σπείρει" ένα καλό μουλάρι ο «Αναγνώστης».

Ήταν το τέλειο υποζύγιο, θά ' λεγε κάποιος.
Κάτι άλλο, κάπως αλλοιώς, θα έλεγα εγώ, ας μην τό παρατραβήξουμε όμως...
«Έ! ρε θύμα, Έ! ρε ψώνιο, Έ! ρε σύμβολο αιώνιο...»


Το πώς έγινε με το σμήνος τις μέλισσες, κανείς δεν ξέρει ακριβώς. Ίσως κουνώντας την ουρά του (σκληρή σαν μαστίγιο όλη και στην άκρη μιά φούντα) για να διώξει τις μύγες, χτύπησε και μέλισσα από κοντινό μεταναστεύον σμήνος, η οποία έστειλε "μήνυμα" στις άλλες και τού έπεσαν επάνω, όλες μαζί, και τόν τελείωσαν...
Αν θυμηθούμε ότι η μέλισσα, όταν κεντρίσει, αφήνει μαζί με το κεντρί και το ...έντερό της και μετά από λίγο ψοφάει κι η ίδια, ίσως ο «Αναγνώστης» ήταν η αιτία να αποδεκατίστηκε το σμήνος.
«Νόμοι της Φύσης».

Υ.Γ.
Και μην ξανακούσω/διαβάσω κανένα να βρίζει τους γαϊδάρους αποκαλώντας με το όνομά τους κάποιον συνάνθρωπό μας που τόν ενόχλησε, γιατί θα τόν βρίσω κι εγώ άσχημα αποκαλώντας τον άνθρωπο...